Παύλος Λιασίδης: Το ενεργειακό διακύβευα, οι αστοχίες μας, η καινοτομία, η επανίδρυση του κράτους και η 25ώρα της Αμμοχώστου

Επίτροπος Ενέργειας του Δημοκρατικού Συναγερμού και υποψήφιος βουλευτής Αμμοχώστου, ο Παύλος Λιασίδης μιλά με τεχνοκρατική καθαρότητα και πολιτική ευθύνη για τις μεγάλες ενεργειακές και θεσμικές προκλήσεις της Κύπρου. Με εμπειρία δεκαετιών σε απελευθερωμένες αγορές, υποστηρίζει ότι το υψηλό κόστος ηλεκτρισμού δεν αντιμετωπίζεται με μονοδιάστατες λύσεις, αλλά με ένα ορθολογικό ενεργειακό μίγμα, προσαρμοσμένο στο κλίμα και τη γεωγραφία της χώρας. Τονίζει την ανάγκη καινοτομίας και σοβαρού σχεδιασμού, βλέποντας το GSI ως ζήτημα πρωτίστως ενεργειακής ασφάλειας και όχι απλής οικονομικής απόδοσης. Ασκεί κριτική στις καθυστερήσεις του κράτους, από τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς μέχρι το έργο στο Βασιλικό, και θέτει ως προσωπικό πολιτικό στοίχημα τη δημιουργία εργαλείων που θα επιτρέψουν στην αγορά να ωριμάσει, στη δημόσια διοίκηση να λειτουργήσει αποτελεσματικά και στην οικονομία να στραφεί σε βιώσιμες, μακροπρόθεσμες επιλογές. Από μια μακρά πορεία στη συνδρομητική τηλεόραση περάσατε στην Ανταγωνιστική Αγορά Ενέργειας. Τι σας οδήγησε σε αυτή τη μετάβαση; Όσο και να σου φαίνεται παράξενο, επαγγελματικά πρόκειται για την ίδια ακριβώς δουλειά. Αν συγκρίνουμε την αγορά ηλεκτρισμού με την αγορά της συνδρομητικής τηλεόρασης και των τηλεπικοινωνιών, τι βλέπουμε;   Στον ηλεκτρισμό έχουμε μονάδες παραγωγής ρεύματος, στην τηλεόραση κανάλια, μονάδες δηλαδή παραγωγής περιεχομένου. Στον ηλεκτρισμό έχουμε προμηθευτές, εταιρείες δηλαδή που μαζεύουν το προϊόν των μονάδων παραγωγής και το πουλούν στους καταναλωτές. Στην τηλεόραση έχουμε τις πλατφόρμες, (NOVA, Multichoice, αργότερα η CytaVision κ.α.), που πάλι μαζεύουν το προϊόν των καναλιών και το πουλούν στους καταναλωτές. Η διοχέτευση του προϊόντος και στις δύο περιπτώσεις γίνεται μέσα από δίκτυα, είτε ενσύρματα είτε ασύρματα, δεν έχει σημασία το μέσον. Και στις δύο περιπτώσεις είχαμε να αντιμετωπίσουμε την φιλελευθεροποίηση μιας αγοράς που για χρόνια ήταν κρατικό μονοπώλιο, με τα ίδια ακριβώς προβλήματα και προκλήσεις. Στην αγορά ηλεκτρισμού προσπαθούμε να πετύχουμε το σωστό ενεργειακό μίγμα για να έχουμε χαμηλότερο κόστος, στην αγορά της τηλεόρασης το σωστό μίγμα περιεχομένου για να ικανοποιούμε τους συνδρομητές μας.     Άρα τελικά, η προηγούμενη μου εμπειρία από την συνδρομητική τηλεόραση, στην πραγματικότητα με βοήθησε να κατανοήσω αυτή τη νέα αγορά, να προβλέψω τις εξελίξεις, και εμπειρικά να έχω στο μυαλό μου τις πιθανές λύσεις. Αυτό αποδείχθηκε πλεονέκτημα για μένα, τόσο σαν επαγγελματίας όσο και σαν άνθρωπος που αναμειγνύομαι στα κοινά. Η Κύπρος συνεχίζει να πληρώνει ακριβό ηλεκτρικό ρεύμα. Είναι τελικά οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας η απάντηση στο πρόβλημα του κόστους ή απαιτείται ένα συνολικότερο μοντέλο αγοράς; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία το ψηλό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα και προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο τόπος, με αντίκτυπο στο σύνολο των δραστηριοτήτων των πολιτών μας. Την ίδια ώρα επίσης, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο πιο φθηνός τρόπος για να παράγεις ηλεκτρική ενέργεια στην Κύπρο είναι η ηλιακή ενέργεια. Είναι πιο φθηνή ακόμη και από την πυρηνική. Δυστυχώς όμως, με τις τεχνολογίες που έχουμε σήμερα στη διάθεση μας, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο δεν μπορεί να καλύψει όλες μας τις ανάγκες. Δεν μπορούμε να έχουμε από τον ήλιο όση ενέργεια θέλουμε, όλες τις ώρες της ημέρας και στις ποσότητες που την χρειαζόμαστε κάθε στιγμή. Άρα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όσες περισσότερες μονάδες παραγωγής ηλιακής ενέργειας, και την ίδια ώρα να τις πλαισιώσουμε και με άλλες τεχνολογίες που θα μπορούν να συμπληρώσουν τις αδυναμίες τους. Να δημιουργήσουμε ένα σωστό ενεργειακό μίγμα. Εδώ πρέπει να ομολογήσω ότι είναι το κομμάτι που δεν πάμε και τόσο καλά. Στην αναζήτηση αυτού του σωστού ενεργειακού μίγματος δεν έχουμε βρει ακόμη τη σωστή μεθοδολογία και στρατηγική για να το πετύχουμε. Κάπου κινούμαστε κάπως τυχαία, αντανακλαστικά και σπασμωδικά. Η δημιουργία ενός σωστού ενεργειακού μίγματος που θα βασίζεται σε ΑΠΕ είναι μια εξίσωση με τρεις παράγοντες. Την τεχνολογία, το κλίμα και την γεωγραφία. Στους παράγοντες του κλίματος και της γεωγραφίας βρισκόμαστε σε μια μοναδική και ιδιάζουσα θέση που μας καθιστά πολύ διαφορετικούς από τον υπόλοιπο αναπτυγμένο κόσμο. Άρα δεν μπορούμε να αντιγράψουμε κάποιον άλλον. Αυτό μας οδηγεί στην ανάγκη να καινοτομήσουμε. Και εδώ έχουμε αδυναμία. Όχι επειδή δεν μπορούμε, αλλά επειδή δεν έχουμε πιστέψει στους εαυτούς μας ότι μπορούμε να καινοτομήσουμε. Έχετε ταχθεί υπέρ του Great Sea Interconnector (GSI). Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το πραγματικό διακύβευμα για την Κύπρο αν το έργο προχωρήσει και ποιο αν καθυστερήσει ή ναυαγήσει; Σας ευχαριστώ για την ερώτηση διότι μου δίνεται η ευκαιρία να ξεκαθαρίσω τα πραγματικά διακυβεύματα και να διαλύσουμε κάποιους μύθους που μας ταλανίζουν. Το διακύβευμα σίγουρα δεν είναι ούτε οικονομικό ούτε εμπορικό. Οι άγνωστοι παράγοντες και οι αβεβαιότητες είναι τόσες πολλές που δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα. Για παράδειγμα υπάρχει ο μύθος ότι το GSI θα μειώσει την τιμή του ρεύματος. Η αλήθεια είναι ότι αυτό ούτε το ξέρουμε ούτε μπορούμε να το προβλέψουμε. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε από σήμερα το πως θα συμπεριφερθούν τα χρηματιστήρια ενέργειας της Ευρώπης σε βάθος χρόνου, διότι από εκεί θα μπορούμε να εισάγουμε ρεύμα. Αν το κριτήριο μας είναι  μόνο οικονομικό τότε πρώτος εγώ θα έλεγα ότι είναι ένα πολύ επικίνδυνο έργο και καλύτερα να μην το κάνουμε. Παρ’ όλα αυτά είμαι ένας από τους πιο ένθερμούς θιασώτες του έργου. Γιατί; Διότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη, που κατά τη δική μου γνώμη και κρίση έχουν μεγαλύτερη σημασία και βαρύτητα από το όποιο πιθανό οικονομικό κόστος. Το πρώτιστο και σημαντικότερο είναι αυτό της ενεργειακής ασφάλειας. Η αγορά ενέργειας της Κύπρου είναι τρομερά ευάλωτη σε πάρα πολλούς κινδύνους. Τόσο εξωγενής όσο και ενδογενής. Το παράδειγμα του ατυχήματος στο Μαρί, είναι δυστυχώς ένα ζωντανό παράδειγμα που θα μας κατατρέχει για πάρα πολλά χρόνια. Το GSI μας εξασφαλίζει ότι και να μας ξανασυμβεί κάτι τέτοιο, η οικονομία μας δεν θα δεχθεί τις ίδιες συνέπειες. Άρα, το κόστος του έργου πρέπει να το δούμε σαν ένα είδος ασφαλιστικού συμβολαίου. Και το ζύγισμα που πρέπει να κάνουμε είναι, μας συμφέρει να πληρώνουμε ένα τέτοιο ασφάλιστρο για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο; Κατά τη δική μου κρίση η απάντηση είναι, αδιαμφισβήτητα Ναι. Αλλά εδώ αποκαλύπτεται και μια αδυναμία που έχουμε. Λέω το Ναι σύμφωνα με τη δική μου κρίση. Και σίγουρα η κρίση του Λιασίδη και του οποιουδήποτε Λιασίδη δεν μπορεί να είναι τεκμήριο πάνω στο οποίο να βασιστεί μια τέτοια απόφαση. Δυστυχώς, μας λείπει ένα πολύ βασικό εργαλείο. Ποτέ κανείς μας δεν ασχολήθηκε με την εκπόνηση μιας επιστημονικής και τεκμηριωμένης μελέτης ανάλυσης κινδύνων της αγοράς μας σαν σύνολο. Μιας μελέτης που δεν θα δέχεται αμφισβήτησης από κανέναν. Αν την είχαμε τότε η προσωπική κρίση του όποιου Λιασίδη δεν θα είχε καμία σημασία. Τα πράγματα θα ήταν ξεκάθαρα. Θα ήταν αριθμοί. Η συλλογική μας κρίση θα ήταν πιο ξεκάθαρη. Δυστυχώς, και πρέπει να το πω, κάποιοι για τους δικούς τους λόγους, αντιστέκονται στο να εκπονηθεί μια τέτοια μελέτη. Θέλουν απλά να μείνουμε στα εμπορικά κριτήρια. Τώρα, ως προς το αν κινδυνεύει να ναυαγήσει ή να καθυστερήσει το έργο. Να ναυαγήσει δεν υπάρχει περίπτωση. Το έργο είναι πρωτίστως στρατηγικό για όλη την Δυτική αμφικτιονία και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα υλοποιηθεί. Το έργο αυτό είναι ένα πολύ μικρό κομματάκι ενός πολύ μεγαλύτερου σχεδίου όπου το διακύβευμα για τον Δυτικό κόσμο είναι τόσο μεγάλο που αποκλείεται να το αφήσουν να ναυαγήσει. Το ερώτημα εδώ δεν είναι αν θα γίνει ή όχι, αλλά αν θα γίνει με μας ή χωρίς εμάς. Δεν νομίζω ότι η χώρα μας έχει τις αντοχές για να αντέξει τις συνέπειες από την απουσία της σε ένα τέτοιο σχεδιασμό, και μένω ως εδώ. Τώρα, αν θα υπάρξουν καθυστερήσεις; Σίγουρα θα υπάρξουν. Είναι ένα τεράστιο και εξαιρετικά δύσκολο έργο. Κανείς δεν αναμένει να κυλήσουν όλα ομαλά. Το έχω πει πολλές φορές, πρέπει να είμαστε ψυχολογικά έτοιμοι να δούμε πολλά επεισόδια σε αυτό το έργο. Κάποτε θετικά και κάποτε αρνητικά. Θα βρούμε μπροστά μας πολλά εμπόδια, τεχνικά, οικονομικά, γεωπολιτικά, πολιτικά και ότι άλλο μπορείς να φανταστείς. Η άποψη μου είναι ότι πρέπει να πιστέψουμε σε αυτό το έργο και να δώσουμε τη μάχη παραμένοντας πάντοτε στοχο-προσηλωμένοι στη επιτυχία του. Το ζήτημα του φυσικού αερίου επανέρχεται διαρκώς στον δημόσιο διάλογο. Πώς κρίνετε τις μέχρι σήμερα επιλογές της Κυπριακής Δημοκρατίας και ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του φυσικού αερίου στη μεταβατική περίοδο προς την πράσινη ενέργεια; Η χρήση φυσικού αερίου για σκοπούς ηλεκτροπαραγωγής σήμερα και για πολλά χρόνια ακόμη είναι μια αναγκαιότητα. Είναι η καλύτερη δυνατή λύση που έχουμε στις επιλογές μας. Το γιατί έχει αναλυθεί πολλές φορές και δεν νομίζω να υπάρχει κανείς που να διαφωνεί. Δεν έχουμε τη δυνατότητα ακόμη να μεταπηδήσουμε άμεσα σε ένα σύστημα καθαρά πράσινο. Ακόμη δεν έχουμε στη διάθεση μας όλες τις τεχνολογίες που χρειαζόμαστε. Ίσως να τις έχουμε σε ένα βάθος 20ετίας, αλλά και πάλι θα μας πάρει αρκετά χρόνια μέχρι να τις δούμε να αντικαθιστούν πλήρως τις συμβατικές μονάδες που ξέρουμε. Το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζεται ως καθοριστικό βήμα. Πώς αξιολογείτε τις μέχρι τώρα ενέργειες των θεσμών; Σίγουρα η φιλελευθεροποίηση της αγοράς ενέργειας είναι ένα αναγκαίο εργαλείο για να μπορέσουμε να δούμε ένα ορθολογισμό στις τιμές της ενέργειας και να εξασφαλίσουμε την επάρκεια και την ασφάλεια στην αγορά μας. Επίσης σίγουρο ότι οι μηχανισμοί που διαθέτει η πολιτεία μας επέδειξαν μια ανικανότητα να υλοποιήσουν αυτόν τον στόχο έγκαιρα. Ευτυχώς, επιτέλους, έγινε πραγματικότητα. Το γιατί και ποιος φταίει πλέον δεν έχει σημασία, είναι μνημόσυνο, η ουσία είναι ότι καθυστερήσαμε και πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες της καθυστέρησης αυτής. Και οι συνέπειες αυτές έχουν φέρει την αγορά και την κοινωνία σε οριακές καταστάσεις. Από την εμπειρία που έχουμε από την φιλελευθεροποίηση άλλων αγορών, όπως των τηλεπικοινωνιών, θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για να περάσει αυτή η αγορά ένα αναγκαίο κύκλο ωρίμανσης μέχρι να αποδώσει τα προσδοκόμενα. Η πολυτέλεια που είχαμε πριν 10 ή 15 χρόνια και λέγαμε το «η αγορά θα βρει τον δρόμο της», δεν υπάρχει πλέον. Πρέπει να κινηθούμε πολύ πιο γρήγορα και συντεταγμένα ώστε να βοηθήσουμε την αγορά να κλίσει αυτό τον κύκλο ωρίμανσης όσο το δυνατό πιο σύντομα γίνεται. Και πολιτικά εδώ πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας τώρα, ώστε με τις κατάλληλες παρεμβάσεις να βοηθήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς και πάλι δεν είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι. Δεν έχουμε στα χέρια μας τα κατάλληλα εργαλεία. Αυτό για μένα είναι ένα προσωπικό στοίχημα, και αποτελεί μια από τις κύριες προτεραιότητες στην απόφαση μου να μπω στη πρώτη γραμμή της πολιτικής. Να δημιουργήσουμε δηλαδή σε χρόνο άμεσο τα αναγκαία εργαλεία ώστε στη συνέχεια να βοηθήσουμε την αγορά σε αυτό τον αναγκαίο κύκλο ωρίμανσης. Ξέρουμε ποια είναι αυτά τα εργαλεία, απλά πρέπει να τολμήσουμε, διότι θα χρειαστεί να σπάσουμε πολλά αυγά για να το πετύχουμε.   Σε αρθρογραφία σας έχετε αναφερθεί στο σκάνδαλο στο Βασιλικό. Πώς πρέπει να προχωρήσει το κράτος και τι αποκαλύπτει αυτή η υπόθεση για τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και υλοποιούνται μεγάλα ενεργειακά ή άλλα έργα στην Κύπρο; Κατ’ αρχή τη λέξη «σκάνδαλο» δεν νομίζω να την έχω χρησιμοποιήσει ποτέ. Γι’ αυτό και την βάζω σε εισαγωγικά. Και αυτό διότι τελευταία με όλη αυτή τη σκανδαλολογία όλοι έχουμε συγχιστεί και ο καθένας μας διαφορετικά πράγματα εννοεί όταν μιλά για «σκάνδαλο». Σε αυτό το θέμα, άλλοι είναι πιο ειδικοί από μένα, ας ξεκαθαρίσουν τι θα πει «σκάνδαλο» και τότε να μάθουμε και εμείς πότε την χρησιμοποιούμε και πότε όχι. Τώρα, ως προς το έργο στο Βασιλικό μία είναι η αλήθεια η οποία αναδείχθηκε. Ότι η κρατική μας μηχανή, έχει αποδειχθεί για μια ακόμη φορά ανεπαρκής (για να μην πω ανίκανη) στο να διαχειριστεί ένα έργο τέτοιου βεληνεκούς. Και αυτό δεν το λέω ως μομφή, είναι φυσικό να έχουμε αυτή την αναπηρία. Δεν έχουμε προπαίδεια σε τέτοια έργα. Και αυτή μας την αδυναμία πρέπει να την ξεπεράσουμε το συντομότερο διότι πλέον τέτοιου βεληνεκούς έργα θα έχουμε και άλλα στο μέλλον. Δεν γίνεται κάθε φορά να καταλήγουμε σε τέτοιες αποτυχίες.  Και το πρώτο βήμα για να το λύσουμε, είναι να παραδεχθούμε το πρόβλημα, να δούμε την αλήθεια κατάματα. Ξέρω, δεν μας τιμά, ενοχλεί τον εγωισμό μας. Αλλά είναι η αλήθεια, και πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Η ουσία της αποτυχίας στο Βασιλικό είναι ότι η καθυστέρηση που επιφέρει κοστίζει στην οικονομία μας περίπου ένα εκατομμύριο την ημέρα. Ήδη από την ημέρα τερματισμού του συμβολαίου με την Κινεζική κοινοπραξία έχουν περάσει πάνω από 500 ημέρες και το έργο παραμένει βαλτωμένο. Άρα, ήδη έχουμε γράψει μια ζημιά πάνω από μισό δισεκατομμύριο. Διότι κάπου πρέπει κάποτε να καταλάβουμε ότι ζημιά δεν είναι μόνο το τι κοστίζει στον κορβανά του κράτους, αλλά και το τι κοστίζει στην πραγματική οικονομία, δηλαδή στις τσέπες όλων μας. Άρα, άμεσα πρέπει να βρούμε τους τρόπους να υλοποιηθεί το έργο της έλευσης φυσικού αερίου το συντομότερο δυνατό. Και προτεραιότητα μας πλέον πρέπει να είναι ο παράγοντας χρόνος και η αξιοπιστία αυτών που θα αναλάβουν την υλοποίηση. Γνωρίζουμε ότι αυτό σημαίνει μεγαλύτερο κόστος. Αλλά αυτό το επιπλέον κόστος με κανένα υπολογισμό δεν θα είναι μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου της κάθε ημέρας καθυστέρησης. Και δεν χρειάζεται να  ανακαλύψουμε τον τροχό. Έχουμε το παράδειγμα της Γερμανίας. Όταν υπήρξε η διακοπή προμήθειας φυσικού αερίου από την Ρωσία, κατάφερε να φτιάξει τέσσερεις τέτοιους σταθμούς μέσα σε οκτώ μήνες. Ας πάμε να βρούμε τους Γερμανούς και να μάθουμε και εμείς πως το κατάφεραν. Σίγουρα θα χρειαστούν νομοθετικές ρυθμίσεις, πρέπει να αλλάξουμε τις διαδικασίες μας. Ο Δημοκρατικός Συναγερμός ήδη έχει δηλώσει στη Βουλή ότι είμαστε έτοιμοι να ψηφίσουμε τέτοιες ρυθμίσει σε χρόνο μηδέν. Έχετε επίσης αναφερθεί σε εγκατάσταση data centers στην Κύπρο. Είναι ενεργειακά και θεσμικά έτοιμη η χώρα για τέτοιου είδους έργα; Τι άλλο προτείνετε για το την «επόμενη μέρα» στην Κύπρο; Η αναφορά μου σε Data Centers έγινε στα πλαίσια της προσπάθειας μου να καταδείξω ότι χρειαζόμαστε μια πιο αξιόπιστη πρόβλεψη στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Τέτοια έργα είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα, και είναι νομοτελειακό ότι και η χώρα μας θα τα χρειαστεί. Μου είναι αδιανόητο να φανταστώ ότι τουλάχιστον το επίσημο μας κράτος δεν θα χρειαστεί ένα. Κάποια στιγμή, η τεχνική νοημοσύνη θα μπει στη καθημερινότητα μας. Αν δεν κάνουμε και εμείς τέτοια έργα, τι εναλλακτική λύση θα βρει η πολιτεία μας; Θα έρθει και θα εμπιστευτεί τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών της, και απόρρητα θέματα ενεργειακής, εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας να κάθονται σε servers εταιρειών του εξωτερικού; Όταν αυτή η ανάγκη προκύψει, πόση ενέργεια θα χρειαστούν; Τέτοια έργα παραγωγής ενέργειας, δεν γίνονται ούτε σε μια μέρα ούτε σε ένα χρόνο. Χρειάζονται πολλά χρόνια σχεδιασμού και προετοιμασίας. Το να μην τα συμπεριλαμβάνουμε στις προβλέψεις μας, με μοναδική δικαιολογία ότι δεν ξέρουμε πότε θα είμαστε έτοιμοι να υλοποιήσουμε τέτοια έργα, δεν αποτελεί, κατά την άποψη μου, υπεύθυνη στάση. Οφείλουμε να τα προβλέψουμε, να τα μελετήσουμε και ας τα συμπεριλάβουμε στις προβλέψεις μας ως υποθετικά σενάρια. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλα έργα που ξέρουμε ότι θα χρειαστούμε, και θα είναι ενεργοβόρα, και ας μην γνωρίζουμε από τώρα πότε θα μας χρειαστούν. Τουλάχιστον να είμαστε έτοιμοι. Για παράδειγμα, θα έχουμε πολύ σύντομα την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε στα πλαίσια της κλιματικής αλλαγής, το φαινόμενο της ερημοποίησης. Είδα πολλές ωραίες μελέτες για το πως πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Έχουμε υπολογίσει πόση ενέργεια θα χρειαστούμε για να τις υλοποιήσουμε; Δεν πρέπει να το συμπεριλάβουμε στις προβλέψεις μας; Με την εμπειρία σας τόσο από τον ιδιωτικό τομέα όσο και από θέματα ενέργειας, πώς αξιολογείτε σήμερα το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Κύπρο; Τι διευκολύνει και τι αποθαρρύνει τις σοβαρές, παραγωγικές επενδύσεις; Το επιχειρηματικό περιβάλλον στη Κύπρο σε γενικές γραμμές είναι καλό. Τουλάχιστον είναι πολύ καλύτερο από πολλές άλλες χώρες. Έχουμε όμως κάποιες αδυναμίες τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Η μεγαλύτερη μας αδυναμία είναι η αποδοτικότητα και η παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα. Και σε αυτό η δική μου διαπίστωση είναι ότι αυτό δεν οφείλεται στην αποδοτικότητα και παραγωγικότητα των ανθρώπων της κρατικής μηχανής. Οφείλεται στο σύστημα μέσα στο οποίο τους εντάξαμε και τους έχουμε δώσει τις εντολές για το πως πρέπει να εργάζονται. Γι’ αυτό και γω πάντα στις δημόσιες τοποθετήσεις μου, για να δώσω έμφαση σε αυτή την ανάγκη, δεν αναφέρομαι σε ανάγκη «εκσυγχρονισμού του κράτους» αλλά σε ανάγκη «επανίδρυσης του κράτους». Αυτό που πρέπει να γίνει συνείδηση σε όλους μας, είναι ότι όταν μελετούμε τον προϋπολογισμό ενός έργου ή μιας δράσης, ή ακόμη και ενός νέου κανονισμού ή νομοθεσίας, όσο εκσυγχρονιστικής και αν είναι, να βλέπουμε και το τι κόστος επιφέρει στην Εθνική Οικονομία. Ίσως όταν μελετούμε προϋπολογισμούς, να αρχίσουμε να προσμετρούμε και αυτό το κόστος. Να σας φέρω ένα παράδειγμα που μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητό. Αποφασίζεται να γίνει ένα έργο που θα κρατήσει κλειστό έναν εμπορικό δρόμο για κάποιο διάστημα. Ξέρουμε πόσο θα κοστίσουν οι κατασκευαστικές εργασίες. Υπολογίζουμε ποτέ το κόστος στις επιχειρήσεις που θα αναγκαστούν να υπολειτουργήσουν ή και να κλείσουν την περίοδο εκείνη; Η δεύτερη μεγάλη αδυναμία που έχουμε και πρέπει να δούμε άμεσα, είναι ο προσανατολισμός της οικονομίας μας σύμφωνα με τα νέα δεδομένα. Για αρκετά χρόνια, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένες προκλήσεις, και δεν ήταν λάθος, προσανατολίσαμε την οικονομία μας σε δραστηριότητες που θα μας έφερναν γρήγορα και εύκολα νούμερα συνήθως μέσω προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων. Τώρα κάπου πρέπει αυτό να το επαναξιολογήσουμε. Υπάρχει η ανάγκη πλέον να κινηθούμε προς πιο αειφόρες επιλογές. Επιλογές που θα παράγουν προϊόντα και θα έχουν συνέχεια μέσα στον χρόνο. Τέτοιες επιλογές είναι η περεταίρω ενίσχυση της τουριστικής μας βιομηχανίας, που έχει αποδειχθεί ο πιο ανθεκτικός και αειφόρος τομέας που ήδη διαθέτουμε, αλλά και η τεχνολογική αναβάθμιση του πρωτογενούς μας τομέα, ειδικά της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις προκλήσεις τόσο του αθέμιτου ανταγωνισμού, που υφίσταται, όσο και των συνεπειών που έπονται και θα γίνουν σύντομα πολύ έντονες από την κλιματική αλλαγή. Δυο ακόμη τομείς που πιστεύω ότι θα είναι καθοριστικοί για το μέλλον της οικονομίας μας είναι αυτοί της καινοτομίας και της ναυτιλίας. Ειδικά στο τομέα της καινοτομίας, που όπως γνωρίζεις έχω αρκετές εμπειρίες μέσα από την καριέρα μου, είναι πραγματικά ακατανόητο και αδιανόητο το πόσο συντηρητικό και δύσκαμπτο είναι το κράτος μας στην υιοθέτηση και αποδοχή της. Είναι πραγματικά ένας Γολγοθάς  για τον όποιο επιχειρηματία θέλει να υιοθετήσει την καινοτομία. Και δεν είναι ότι δεν διαθέτουμε τα μυαλά που θα παράξουν καινοτομία. Έχουμε και μάλιστα ίσως την έχουμε σε πλεονασμό. Το πρόβλημα μας είναι πως μεταφέρουμε τη γνώση τους και τα αποτελέσματα της δουλειάς τους στην αγορά. Και αυτό είναι ένα εθνικό στοίχημα που πρέπει να βάλουμε και οφείλουμε να το κερδίσουμε. Τέλος για τη ναυτιλία. Η ναυτιλία έχει αποδειχθεί το κρυφό και αθέατο χρυσοφόρο χαρτί της οικονομίας μας. Προσφέρει πολλά ζητώντας ελάχιστα. Προσφέρει χωρίς να μας ενοχλεί, ούτε με αιτήματα ούτε με απεργίες. Κάπου πρέπει να της δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση και προσοχή. Ίσως ήρθε ο καιρός να σκεφτούμε την ίδρυση και ενός Ναυτικού Επιμελητηρίου στα πρότυπα του ΚΕΒΕ και του ΕΤΕΚ και για αυτό τον τομέα της οικονομίας μας. Ποια η θέση σας για τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα λαμβάνοντας υπόψη τις χρόνιες παθογένειες της κρατικής μηχανής; Δεν έχω συναντήσει κανέναν, ούτε στον ιδιωτικό ούτε στον δημόσιο τομέα που να διαφωνεί επί της αρχής σε αυτό το θέμα. Όλοι το θέλουν θεωρητικά. Το πρόβλημα και πάλι βρίσκεται στη νοοτροπία και κουλτούρα της κρατικής μας μηχανής. Όσες φορές χρειάστηκε να συζητήσουμε σοβαρά μια τέτοια προοπτική πάντα προβάλει η απαίτηση του δημόσιου τομέα να θέλει από τον ιδιωτικό να υιοθετήσει τις δικές του πρακτικές. Και το χειρότερο από όλα είναι ότι αυτό το θεωρεί και ορθό! Αν δεν υπερπηδηθεί αυτό το εμπόδιο, να καταλάβει δηλαδή ο δημόσιος τομέας ότι είναι αυτός που πρέπει να προσαρμοστεί στις πρακτικές του ιδιωτικού τομέα, δύσκολα μπορώ να είμαι αισιόδοξος ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο. Και αυτό συμβαίνει παρ’ όλο που ο δημόσιος τομεάς έχει πολύ μεγαλύτερη ανάγκη αυτής της συνεργασίας, απ’ ότι ο ιδιωτικός. Έχετε υποστηρίξει ότι το πολιτικό σύστημα έχει κλείσει έναν κύκλο ζωής. Πού εντοπίζετε τα βαθύτερα προβλήματα και τι είδους ανανέωση ή μεταρρύθμιση θεωρείτε πραγματικά ουσιαστική; Ναι, αυτό είναι αλήθεια και δεν νομίζω να υπάρχει λογικός άνθρωπος που δεν το αναγνωρίζει. Έχω ενδιατρίψει πολύ πάνω σε αυτό το θέμα, και έχω καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα. Η εικόνα που έχω αποκομίσει είναι ότι η επανάσταση που έχει φέρει το διαδίκτυο έχει επηρεάσει σε αφάνταστο βαθμό τόσο τη συμπεριφορά όσο και τα θέλω των απλών πολιτών. Η ταχύτητα στην κυκλοφορία των πληροφοριών αλλά και η αμεσότητα στο διάλογο και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των πολιτών έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα. Αυτά τα νέα δεδομένα έχουν δημιουργήσει νέες απαιτήσεις που αν δεν απαντηθούν άμεσα οδηγούν στη δημιουργία εκρηκτικών κοινωνικών τάσεων. Τι είναι αυτό, στη δική μου αντίληψη που αποζητά ο σύγχρονος πολίτης;   Στα θέματα που τον απασχολούν ή γνωρίζει, ζητά μια αδιαμεσολάβητη και πιο άμεση σχέση με τα κέντρα εξουσίας. Θέλει και απαιτεί να γίνει συμμέτοχος στις αποφάσεις. Ζητά λογοδοσία. Δεν φαίνεται να ενοχλείται τόσο από το γεγονός της αντιπροσώπευσης του στα κέντρα εξουσίας από κάποιον εκλεγμένο, αλλά φαίνεται να τον ενοχλεί αφάνταστα να μην μπορεί έστω και ηθικά να τον ανακαλέσει όταν αυτός ο εκλεγμένος είτε τον απογοητεύει είτε νιώθει ότι του έχει υφαρπάσει τη ψήφο του εξαπατώντας τον, και πρέπει να περιμένει την λήξη της θητείας του. Φαίνεται τέλος ότι έχει σοβαρό πρόβλημα με την ποιότητα της δημόσιας διοίκησης. Κάπου νιώθει ότι του ασκείται διοίκηση επί υπηκόων, ενώ ο ίδιος ο πολίτης επιζητεί αυτό που ονομάζουμε διακυβέρνηση πολιτών. Πιο απλά, επιζητά ένα σύστημα διακυβέρνησης που θα τον υπηρετεί και δεν θα τον διοικεί.   Αυτό που με προβληματίζει σε αυτή τη συγκυρία, είναι ότι όλα αυτά οδηγούν σε ένα εκρηκτικό μίγμα που κάποια στιγμή θα εκφραστεί σε ένα είδους επανάστασης. Αυτό από μόνο του δεν είναι κακό, έχουμε δει στην ιστορία μας και άλλες τέτοιες στιγμές που είχαν θετική συνεισφορά στις κοινωνίες μας. Αυτή τη φορά όμως η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι η «επανάσταση» αυτή περιέχει μόνο καταγγελτικό λόγο. Δεν προτείνει λύσεις ολοκληρωμένες. Στερείται των απαραίτητων συστατικών που κάνουν μια επανάσταση επιτυχή. Και αυτά τα συστατικά είναι η ιδεολογία, η ηγεσία και η παραγωγή του ανάλογου πολιτισμού που θα  λειτουργήσει σαν η συγκολλητική ουσία που θα μετατρέψει τον όχλο σε κίνηση. Στα πλαίσια αυτά, σαν πολιτευτής, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι μπορώ να λύσω αυτό τον γρίφο, θα προσπαθήσω να συνεισφέρω προς αυτή τη κατεύθυνση παίρνοντας κάποιες πρωτοβουλίες στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας που διανύουμε. Χρειάζονται ακόμη λίγο χρόνο για να ωριμάσουν και να μπορέσω να τις δώσω δημόσια, αλλά ελπίζω να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του εκλογικού σώματος και να τις εκτιμήσει ανάλογα. Σίγουρα θα χρειαστώ τη βοήθεια τη δική σας, των ΜΜΕ. Ελπίζω ότι θα την έχω. Ως Αμμοχωστιανός, έχετε μιλήσει για την «25η ώρα» σε σχέση με την επιστροφή της πόλης. Πιστεύετε ότι υπάρχει ακόμη ένα παράθυρο ελπίδας για την πόλη και τι θα έπρεπε να γίνει άμεσα για να μη χαθεί οριστικά; Ναι, το πιστεύω ακράδαντα, και δεν αποτελεί ευχολόγιο. Βασίζεται στην ανάλυση συγκεκριμένων δεδομένων. Κατ’ αρχή χρησιμοποιών τον όρο «25η ώρα» με την φιλοσοφική διάσταση που έδωσε στον όρο αυτό ο Ρουμάνος συγγραφέας Βιργκιλ Γκεοργκιου στο ομώνυμο  μυθιστόρημα του. 25η ώρα, μία ώρα μετά το τέλος, ακόμη υπάρχει ελπίς. Παρακολουθώντας τις συζητήσεις που γίνονται σε διάφορα διπλωματικά πηγαδάκια και δεξαμενές σκέψεις, καθώς και αρκετά άρθρα στον διεθνή χώρο, διαβάζοντας πίσω από τις γραμμές στις δηλώσεις διαφόρων, αλλά και τις τάσεις που επικρατούν τελευταία στη διεθνή σκηνή στις προσπάθειες επίλυσης διαφόρων διεθνών θεμάτων, έχω την εντύπωση ότι αυτή τη φορά, προτού ξεκινήσουν οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού θα μας ζητηθεί να συμφωνήσουμε σε μια διαδικασία backstop. Δηλαδή μια προ- συμφωνία που θα εγγυάται ότι ανεξαρτήτως τελικής έκβασης, δεν θα υπάρξει επιστροφή στο στάτους κβο που γνωρίζουμε. Αυτή η προ- συμφωνία, για να είναι επιτυχής και να αποτελέσει κίνητρο και για τις δύο πλευρές θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα win-win και loose-loose. Σε αυτή τη διαδικασία, αν συμφωνηθεί, θα ζητηθεί και από τις δύο πλευρές να προτείνουν τι θα ήθελαν να κερδίσουν αν αποτύχουν οι συνομιλίες. Νιώθω ότι υπάρχει η προδιάθεση από τον διεθνή παράγοντα να ευνοήσει, για τη δική μας πλευρά, μια πρόταση σε σχέση με την επιστροφή της Αμμοχώστου. Σε αντιστοιχία με την ΤΚ πλευρά που φαίνεται να έχει πείσει στο θέμα της άρσης της λεγόμενης απομόνωσης.