Με το υδατικό πρόβλημα να αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα και πιο καθοριστικά ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η Κύπρος ενόψει του 2026, η νέα χρονιά διαγράφεται ακόμη πιο δύσκολη και απαιτητική, τόσο για το κράτος όσο και για την κοινωνία συνολικά. Τα δεδομένα που βρίσκονται ενώπιον των αρμόδιων αρχών προκαλούν έντονο προβληματισμό, καθώς η χώρα διανύει μία από τις πιο παρατεταμένες περιόδους ανομβρίας που έχουν καταγραφεί ποτέ, με τις επιπτώσεις να συσσωρεύονται χρόνο με τον χρόνο. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 2025 καταγράφεται ως η όγδοη χειρότερη χρονιά από το 1901 σε ό,τι αφορά τις βροχοπτώσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η κλιματική κρίση δεν αποτελεί πλέον ένα θεωρητικό σενάριο αλλά μία σκληρή πραγματικότητα. Η μείωση των αποθεμάτων νερού, η εξάντληση των υπόγειων υδροφορέων και η πίεση που ασκείται σε όλα τα συστήματα υδροδότησης συνθέτουν ένα σκηνικό το οποίο εντείνει την αβεβαιότητα και δημιουργεί φόβους για το πώς θα μπορέσει η Κύπρος να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες των επόμενων ετών, ιδιαίτερα σε μία περίοδο κατά την οποία η ζήτηση για νερό παραμένει υψηλή λόγω πληθυσμιακών πιέσεων, τουριστικής ανάπτυξης και γεωργικής δραστηριότητας. Μπορεί οι αφαλατώσεις, και ειδικότερα οι κινητές μονάδες που μεταφέρθηκαν στην Κύπρο από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, να έδωσαν μία προσωρινή ανάσα στο σύστημα υδατοπρομήθειας και να συνέβαλαν στη διασφάλιση της επάρκειας νερού για ύδρευση, ωστόσο δεν μπορούν να θεωρηθούν ως η οριστική και μακροπρόθεσμη λύση στο υδατικό πρόβλημα. Η χρήση των αφαλατώσεων συνοδεύεται από υψηλό ενεργειακό κόστος, περιβαλλοντικές επιπτώσεις και αυξημένη εξάρτηση από τεχνολογικές υποδομές που απαιτούν συνεχή συντήρηση και επενδύσεις. Παρά το γεγονός ότι το 38% του συνολικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Γεωργίας αναμένεται να διατεθεί για έργα που αφορούν την κάλυψη των υδατικών αναγκών, μέσω ενός ευρύτερου προγράμματος με 28 δράσεις, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι απαιτείται μία πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση. Η αντιμετώπιση της λειψυδρίας δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά σε λύσεις έκτακτης ανάγκης, αλλά χρειάζεται στρατηγικό σχεδιασμό που να λαμβάνει υπόψη τη βιώσιμη διαχείριση των υδάτων, τη μείωση της σπατάλης και την προσαρμογή στις νέες κλιματικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή. Το μεγαλύτερο βάρος των συνεπειών της ανομβρίας συνεχίζουν να το σηκώνουν οι αγρότες και ειδικότερα οι γεωργοί, οι οποίοι βλέπουν χρόνο με τον χρόνο τις δυνατότητές τους να περιορίζονται δραματικά. Η γεωργική παραγωγή επηρεάζεται άμεσα από την έλλειψη νερού, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις και να αυξάνεται το κόστος παραγωγής. Παρόλο που η μία και μοναδική κακοκαιρία που έπληξε την Κύπρο το προηγούμενο διάστημα δημιούργησε στιγμιαία αισθήματα ανακούφισης και αισιοδοξίας, αφού οι υφιστάμενες φυτείες ποτίστηκαν και το έδαφος απορρόφησε πολύτιμες ποσότητες νερού, η εικόνα αυτή δεν ήταν αρκετή για να αλλάξει ουσιαστικά τα δεδομένα. Οι βροχοπτώσεις δεν είχαν τη διάρκεια και την ένταση που θα μπορούσαν να στηρίξουν νέες καλλιέργειες ή να ανατρέψουν τον αρνητικό υδατικό ισολογισμό. Παρά ταύτα, το Υπουργείο Γεωργίας έχει προχωρήσει στην καταβολή αποζημιώσεων ύψους 10,2 εκατομμυρίων ευρώ προς αγρότες και Ομάδες Παραγωγών, ως αναγνώριση των σοβαρών επιπτώσεων που προκάλεσε η έντονη ξηρασία. Τα ποσά αυτά, αν και δεν μπορούν να καλύψουν πλήρως τις απώλειες εισοδήματος, προσφέρουν μία μικρή οικονομική ανάσα και λειτουργούν ως προσωρινό στήριγμα. Ωστόσο, αν ληφθεί υπόψη η εικόνα που παρουσιάζουν τα φράγματα, τα δεδομένα για τη νέα χρονιά μόνο αισιόδοξα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, η πληρότητα των φραγμάτων παραμένει κάτω από το 10% για συνεχόμενο χρονικό διάστημα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της κρίσης. Η παρατεταμένη έλλειψη νερού έφερε στην επιφάνεια και χρόνιες αδυναμίες, όπως προβλήματα και φθορές στις υποδομές που δεν είχαν γίνει αντιληπτές τα προηγούμενα χρόνια λόγω της ύπαρξης αποθεμάτων. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, αρκετά φράγματα δεν έχουν τύχει ουσιαστικής συντήρησης για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών, με αποτέλεσμα σήμερα να απαιτούνται παρεμβάσεις που συνεπάγονται αυξημένο κόστος και τεχνικές δυσκολίες. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους για την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των υδατικών υποδομών και εντείνει την ανάγκη για άμεσες αλλά και μακροπρόθεσμες αποφάσεις. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα φράγματα βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και το μέλλον τους εξαρτάται άμεσα από το κατά πόσο θα υπάρξει ένας συνολικός επανασχεδιασμός της υδατικής πολιτικής με έμφαση στην ανθεκτικότητα και τη βιωσιμότητα. Τα πλάνα για το 2026 Το Υπουργείο Γεωργίας έχει προχωρήσει στην εκπόνηση ενός εκτενούς σχεδίου δράσης για την αντιμετώπιση της ανομβρίας, σε μία προσπάθεια να περιοριστούν οι επιπτώσεις της κρίσης και να αποφευχθούν ακραία μέτρα, όπως η αποκοπή νερού στα νοικοκυριά. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, εντός της νέας χρονιάς αναμένεται να υλοποιηθούν τουλάχιστον 35 υδατικά έργα που αφορούν είτε την άρδευση είτε την ύδρευση, εκ των οποίων τα 15 χαρακτηρίζονται ως μεγάλης κλίμακας. Στο πλαίσιο αυτό, έχει προβλεφθεί ποσό ύψους περίπου 140 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αποτελεί το μεγαλύτερο κονδύλι που έχει εγκριθεί ποτέ για αγορά ύδατος από αφαλατώσεις. Με τον τρόπο αυτό, η Κυβέρνηση υλοποιεί τη δέσμευση που ανέλαβε από το 2023 για συνεχή και αδιάκοπη λειτουργία των μονάδων αφαλάτωσης, αναγνωρίζοντας ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της υδατικής στρατηγικής της χώρας. Συγκεκριμένα, στις αρχές του 2026 αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία τέσσερις κινητές μονάδες αφαλάτωσης στις περιοχές Μονή, Κισσόνεργα, Γαρύλλη και στο λιμάνι Λεμεσού, με συνολική δυναμικότητα που εκτιμάται ότι θα ξεπερνά τις 47 χιλιάδες κυβικά μέτρα νερού ημερησίως. Επιπρόσθετα, εντός της ίδιας χρονιάς και με χρονικό ορίζοντα έως το καλοκαίρι του 2026, προγραμματίζεται η λειτουργία ακόμη τριών κινητών μονάδων στις περιοχές Επισκοπή, Βασιλικού και στην επαρχία Αμμοχώστου, με συνολική δυναμικότητα τουλάχιστον 30 χιλιάδες κυβικά μέτρα την ημέρα. Ο βασικός στόχος της λειτουργίας των επτά αυτών μονάδων είναι η αύξηση των διαθέσιμων ποσοτήτων νερού κατά τουλάχιστον 32%, ώστε να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες ύδρευσης και να μειωθεί η πίεση στα φράγματα. Την ίδια ώρα, προγραμματίζεται η προκήρυξη σχεδίου χορηγιών ύψους τριών εκατομμυρίων ευρώ για την εγκατάσταση μικρών ιδιωτικών μονάδων αφαλάτωσης σε ξενοδοχειακές μονάδες και τοπικές αρχές. Η απόφαση αυτή εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2025 και έχει ως βασικό στόχο να δώσει τη δυνατότητα σε μεγάλους καταναλωτές να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε νερό, χωρίς να επιβαρύνουν περαιτέρω τα κυβερνητικά συστήματα υδατοπρομήθειας. Το σχέδιο εφαρμόστηκε ήδη εντός της χρονιάς, με τουλάχιστον 11 ξενοδοχεία να υποβάλλουν αιτήσεις, και το Υπουργείο Γεωργίας προτίθεται να το συνεχίσει και το 2026, αξιολογώντας θετικά τα πρώτα αποτελέσματα. Παράλληλα, ένα από τα σοβαρότερα διαχρονικά προβλήματα που επιβαρύνουν το υδατικό ισοζύγιο της Κύπρου είναι οι απώλειες νερού στα δίκτυα, οι οποίες σε ορισμένες κοινότητες ξεπερνούν το 70%. Το ζήτημα αυτό τέθηκε επανειλημμένα στο πλαίσιο συζητήσεων ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Γεωργίας, με τους εκπροσώπους των Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης να επισημαίνουν ότι το κονδύλι των 8 εκατομμυρίων ευρώ που διατέθηκε στο πλαίσιο των μέτρων για τη λειψυδρία δεν επαρκεί. Από την πλευρά τους, οι αρμόδιοι ξεκαθάρισαν ότι το ποσό αυτό αφορούσε άμεσες ενέργειες διαχείρισης της κρίσης και ότι θα ακολουθήσουν επιπρόσθετα κονδύλια. Ως αποτέλεσμα, το Υπουργείο Γεωργίας προγραμματίζει τη χορήγηση κρατικής χρηματοδότησης για έργα μείωσης απωλειών στους Επαρχιακούς Οργανισμούς Αυτοδιοίκησης και σε κοινότητες. Ταυτόχρονα, αναμένεται να εκπονηθεί η πρώτη ολοκληρωμένη και εμπεριστατωμένη μελέτη για τη μείωση των απωλειών νερού και τη συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή οδηγία για το πόσιμο νερό. Η μελέτη αυτή θα αποτελέσει τη βάση για την καταγραφή των πραγματικών απωλειών και τον καθορισμό των έργων που απαιτούνται σε παγκύπρια κλίμακα. Επιπρόσθετα, βρίσκεται σε εξέλιξη η μελέτη αναθεώρησης της υδατικής πολιτικής, με στόχο την πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών σε νερό και των έργων που θα πρέπει να υλοποιηθούν έως το 2050. Παράλληλα, αναμένεται να ολοκληρωθεί και η μελέτη τιμολογιακής πολιτικής, η οποία εκτιμάται ότι θα συμβάλει στη μείωση της υπερκατανάλωσης, καθώς θεωρείται βασικό εργαλείο για την εξοικονόμηση και την πιο αποτελεσματική χρήση του νερού. Επιπρόσθετα, εντός του 2026 αναμένεται να ξεκινήσει η εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης για τη μεταρρύθμιση του τομέα διαχείρισης και διακυβέρνησης των υδάτινων πόρων. Το σχέδιο αυτό στοχεύει στην ενδυνάμωση της εποπτείας που ασκείται από το Υπουργείο Γεωργίας και στην επίτευξη ουσιαστικού συντονισμού μεταξύ του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, των Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης και άλλων τοπικών φορέων ύδρευσης. Μέσα από αυτή τη διαδικασία επιδιώκεται η ορθολογική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και η πλήρης συμμόρφωση με τις αρχές της βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων και της αποτελεσματικής διαχείρισης των υγρών αποβλήτων. Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, αναμένεται τέλος να υλοποιηθεί και μία ενισχυμένη εκστρατεία διαφώτισης και ενημέρωσης του κοινού, με στόχο τη μείωση της σπατάλης και της αλόγιστης κατανάλωσης νερού, αναδεικνύοντας τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει κάθε πολίτης στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος που αφορά το σύνολο της κυπριακής κοινωνίας. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ανέλυσε το πλάνο για το υδατικό πρόβλημα ο Γρηγορίου-Έργα κόστους 1,2 δις, σταθμός η δημιουργία μονάδας αφαλάτωσης στη Λεμεσό Περιορισμένη η αποτελεσματικότητα της σποράς νεφών στην Κύπρο-Υπό πίεση τα φράγματα, κάτω του 10% η πληρότητα Έστειλε οδηγό σε 25 χιλιάδες γεωργούς το Τμήμα Γεωργίας για εξοικονόμηση νερού