Έφυγε στα 80 της η Μαντάμ Σούλα -Ποια ήταν η «βασίλισσα των οίκων ανοχής του κάμπου»

Μεσημέρι Μαΐου του 2017 και στη μικρή αίθουσα του Επιμελητηρίου στη Λάρισα επικρατεί το αδιαχώριστο. Ο λόγος η εκδήλωση του διεθνούς οικονομικού συνεδρίου «The free Market Road Show». Στην πρώτη σειρά των καθισμάτων, η μικροκαμωμένη φιγούρα της γυναίκας που παρακολουθούσε την έναρξη του συνεδρίου. Ξανθά, κοντοκουρεμένα μαλλιά, απλό ντύσιμο, χαμηλό βλέμμα. Δεν μοιάζει με χορηγό. Κι όμως είναι. Η μαντάμ Σούλα κατά κόσμον Χρυσούλα Αλευρίδου. Η γυναίκα που η Λάρισα έμαθε να αποκαλεί, άλλοτε με θαυμασμό, άλλοτε με ειρωνεία «η κυρία του Κάμπου», ιδιοκτήτρια των δυο μεγαλύτερων οίκων ανοχής της Θεσσαλίας και εκ των χορηγών του συνεδρίου. Τα δύο, κορυφαία στο είδος τους «καταστήματα ηδονής», ο «Οίκος Εποχής Σούλα» και το «Villa Erotica», είχαν γίνει πανελληνίως γνωστά και από τη χορηγία που είχαν κάνει το 2012 στην ποδοσφαιρική ομάδα Βουκεφάλας της Λάρισας, αλλά και από τα λαμπερά εγκαίνια το 2010 με πρωταγωνίστρια την Τζούλια Αλεξανδράτου. Η ζωή της Μαντάμ Σούλας Η Χρυσούλα Αλευρίδου έζησε μια ζωή που θα μπορούσε να χωρέσει σε πολλές. Γεννήθηκε στο Κιλκίς, με ρίζες στον Πόντο. Οι γονείς της ήρθαν στην Ελλάδα την εποχή του Βενιζέλου. Ο πατέρας της, αντάρτης του ΕΛΑΣ, σκοτώθηκε στον εμφύλιο. «Οι γονείς μου ήταν αντάρτες του ΕΛΑΣ. Από τα τέσσερα παιδιά ήμουν το πιο μικρό. Μόλις με γέννησε η μητέρα μου Ειρήνη, ο πατέρας μου έφυγε για τη Τσεχοσλοβακία, αλλά τελικά σκοτώθηκε στο αντάρτικο, στο Παραπέτασμα. Τον φώναζαν καπετάν Τότο, γιατί το όνομά του ήταν Θοδωρής, δηλαδή Τότος στα ρώσικα. Ημουν 17 ημερών και ήδη ορφανή από πατέρα. Η μητέρα μου δούλευε όπου μπορούσε κι εγώ μόλις 11 ετών δούλευα ως υπηρέτρια σε σπίτια». Σε εκείνη την ηλικία γνωρίζει και τον πατέρα του παιδιού της, ένα αγόρι 14 ετών, του οποίου η οικογένεια ανήκε στους μαυραγορίτες, όπως θα πει η ίδια σε παλαιότερη συνέντευξή της «Η οικογένεια του άνδρα μου ήταν από το Κιλκίς, αλλά ήταν διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων από τη δική μας. Ο πατέρας του ήταν μαυραγορίτης και ο δικός μου αντάρτης». Η μητέρα της, με τέσσερα παιδιά, πάλευε να επιβιώσει δουλεύοντας όπου έβρισκε. Η Χρυσούλα μπήκε νωρίς στη βιοπάλη ήδη από την ηλικία των 11 ετών ως βοηθητικό προσωπικό σε σπίτια. Ατίθασο κορίτσι που ήθελε από νωρίς να γευτεί τη ζωή, σε ηλικία 15 ετών μένει έγκυος. Ενώ λίγο μετά την ενηλικίωσή της, έχασε τον σύζυγό της από καρκίνο στο συκώτι. Μόνη, με ένα παιδί στην αγκαλιά και μια μητέρα που σταδιακά έχανε την όρασή της, πήρε τον δρόμο για τη Θεσσαλονίκη. Εκεί δούλεψε όπου μπορούσε, από καθαρίστρια σε σπίτια, εργάτρια στα χωράφια, πλύστρα σε εργοστάσιο που μάζευε γυάλινα μπουκάλια για να τα ξαναγεμίσει με πορτοκαλάδα. Ακόμη και στη Siemens δοκίμασε, χωρίς επιτυχία. «Είχα χοντρά χέρια από τα χωράφια και τα πλυσίματα κι έτσι δεν με πήραν». Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, τα αδέλφια της ξενιτεύτηκαν στη Γερμανία. Εκείνη έμεινε πίσω. Μόνη. Με ένα παιδί και μια μητέρα που πλέον είχε μείνει τυφλή. «Είχα φθάσει 27 ετών και δεν μπορούσα να στηρίξω την οικογένεια οικονομικά. Όλοι μου έλεγαν ότι είμαι πολύ όμορφη». Κάτι το οποίο την έκανε να σκεφτεί να το εκμεταλλευτεί. Η απόφαση να ασχοληθεί με το αρχαιότερο επάγγελμα, πάρθηκε χωρίς εξιδανίκευση. «Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα αλλά η ανάγκη και η σκέψη ότι το παιδί μου δεν θα είχε να φάει με έκανε να σκέφτομαι άλλα πράγματα όταν με ακουμπούσε κάποιος. Χόρτασα από έρωτες, έβγαλα πολλά χρήματα και δεν μετάνιωσα ποτέ για αυτό που έκανα. Άλλωστε στο επάγγελμά μας τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, κάνω αυτό πληρώνομαι και τέλος». Τα χρόνια πέρασαν και η Σούλα δεν έμεινε στάσιμη. Μετακόμισε στη Λάρισα και αποφάσισε να επενδύσει τους κόπους μιας ζωής. Το 2007 άνοιξε τη «Villa Erotica» στο 5ο χιλιόμετρο Λάρισας – Τρικάλων. Το 2009 αγόρασε 27 στρέμματα γης και δημιούργησε τον «Οίκο Εποχής Σούλα». «Μέχρι στιγμής έχω χαλάσει 4 εκατ. ευρώ, τα οποία προέκυψαν από δάνεια αλλά και από τις οικονομίες μιας ζωής. Τώρα, όμως, δεν χρωστάω σε κανέναν», έλεγε. Οι χώροι δεν θύμιζαν σε τίποτα τους στερεοτυπικούς οίκους ανοχής. Πολυτέλεια, άνεση, spa, τζακούζι, πίνακες με αναφορές στην Πομπηία. Το 2010 τα εγκαίνια έγιναν γεγονός πρώτου μεγέθους. Η παρουσία της Τζούλιας Αλεξανδράτου έφερε πάνω από 3.000 άτομα. Η Σούλα έγινε πρόσωπο πανελλήνιας αναγνωρισιμότητας. Η εικόνα συμπληρώθηκε όταν έγινε χορηγός της ερασιτεχνικής ομάδας Βουκεφάλας Λάρισας. Οι ροζ φανέλες με το λογότυπο του «Οίκου Εποχής Σούλα» έκαναν τη Λάρισα θέμα συζήτησης σε όλη τη χώρα. Κάποιοι σοκαρίστηκαν, άλλοι γέλασαν, άλλοι χειροκρότησαν. Η ίδια συνέχισε ατάραχη. Παράλληλα, οι κάτοικοι μιλούσαν για μια γυναίκα που βοηθούσε αθόρυβα. Οικονομική στήριξη σε οικογένειες, δωρεές σε σχολεία, αιμοδοσίες από την ίδια και τα «κορίτσια της». Χορηγίες σε ομάδες, σε εκδηλώσεις, ακόμη και σε διεθνή συνέδρια. «Όσο μπορώ θα συνεχίζω να προσφέρω. Έχω περάσει δύσκολα και ξέρω πως είναι να έχεις από κάπου μια βοήθεια» θα πει το 2017. Τα τελευταία χρόνια, όμως, ήρθαν οι ανατροπές. Η πανδημία χτύπησε καίρια τις επιχειρήσεις της. Από τις 14 γυναίκες που απασχολούσε, έφτασε να μην έχει ούτε μια. «Πλέον οι γυναίκες θέλουν να είναι ελεύθερες παράνομες χωρίς χαρτιά και αυτό εγώ δεν το δέχομαι. Η κίνηση πλέον είναι πάρα πολύ χάλια, αλλά ελπίζω ότι θα αλλάξει αυτό», είχε πει όταν ήρθε αντιμέτωπη με τον πλειστηριασμό της «Villa Erotica» για οφειλή 9.038,77 ευρώ. Η Σούλα Αλευρίδου έφυγε από τη ζωή στα 80 της χρόνια. Άφησε πίσω της μια ιστορία που δύσκολα κρίνεται με άσπρο ή μαύρο. Μια ζωή χωρίς ωραιοποιήσεις, γεμάτη ανάγκη, ρίσκο, επιλογές και αντιφάσεις. Η «κυρία του Κάμπου» δεν ζήτησε ποτέ κατανόηση. Μίλησε πάντα απλά. Και ίσως γι’ αυτό η ιστορία της συνεχίζει να προκαλεί συζήτηση ακόμη και μετά το τέλος της. Διαβάστε περισσότερα στο iefimerida.gr