Η ανομβρία και η γενικευμένη ξηρασία δενε ίναι ενα φαινόμενο που επηρεάζει μόνο την Κύπρο. Η εικόνα στις αρχές Νοεμβρίου στην Τεχεράνη ήταν αποκαλυπτική. Καθώς η πολυετής ξηρασία στο Ιράν έφτασε σε επίπεδα που περιγράφονται ως «άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη εποχή», πιστοί συγκεντρώθηκαν σε τζαμί της πρωτεύουσας, υψώνοντας βλέμματα και προσευχές για βροχή. Όμως, όπως υπογραμμίζουν αναλυτές, καμία επίκληση, θρησκευτική ή άλλη, δεν μπορεί να αντισταθμίσει δεκαετίες κακής διαχείρισης υδάτων, σε συνδυασμό με την επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή. Η ξηρασία δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Εδώ και έξι διαδοχικά χρόνια, το Ιράν βιώνει εξαιρετικά χαμηλές βροχοπτώσεις, με τα αποθέματα νερού σε ταμιευτήρες να έχουν καταρρεύσει σε κρίσιμα επίπεδα. Το 10% των φραγμάτων της χώρας έχει στεγνώσει πλήρως, ενώ ο πρόεδρος Masoud Pezeshkian προχώρησε σε μια δραματική προειδοποίηση: αν η κατάσταση επιδεινωθεί, η ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Τεχεράνης –που φιλοξενεί 15 εκατομμύρια κατοίκους– ενδέχεται να χρειαστεί εκκένωση. Η Συρία και η κατάρρευση υποδομών Η κρίση νερού στο Ιράν φέρνει μνήμες από τη Συρία της περιόδου 2006–2011. Εκεί, η χώρα βίωσε, σύμφωνα με το UNDP, τη «χειρότερη μακροχρόνια ξηρασία από τότε που αναπτύχθηκαν οι πρώτοι αγροτικοί πολιτισμοί στην Εύφορη Ημισέληνο». Η ξηρασία επιδείνωσε τις κοινωνικές εντάσεις, τις οποίες ακολούθησε βίαιη καταστολή από το καθεστώς Άσαντ και στη συνέχεια ένας καταστροφικός εμφύλιος πόλεμος. Στη διάρκεια της σύγκρουσης, μονάδες επεξεργασίας νερού, αντλιοστάσια και δίκτυα μεταφοράς υπέστησαν ολοκληρωτική διάλυση, αφήνοντας πίσω μια ανθρωπιστική και περιβαλλοντική τραγωδία. Υδρο-ηγεμονία με φόντο Τίγρη και Ευφράτη Στο επίκεντρο των υδρο-γεωπολιτικών πιέσεων της Ανατολικής Μεσογείου βρίσκεται η Τουρκία. Η Άγκυρα έχει επενδύσει σε εκτεταμένα υδροηλεκτρικά και φραγματικά έργα στους ποταμούς Τίγρη και Ευφράτη, μειώνοντας ριζικά τις ροές προς Συρία και Ιράκ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η παροχή νερού προς το Ιράκ μέσω των δύο ποταμών έχει μειωθεί κατά 80% από το 1975. Παρότι οι σχέσεις των χωρών αυτών με την Τουρκία χαρακτηρίζονται από στρατιωτικές εντάσεις και πολιτική καχυποψία, πρόσφατα καταγράφηκε μια σπάνια στιγμή διπλωματικής αποκλιμάκωσης, με Βαγδάτη και Άγκυρα να υπογράφουν συμφωνία διαχείρισης υδάτων, παρακάμπτοντας τις συγκρούσεις στο βόρειο Ιράκ. Το Ισραήλ ως περιφερειακή υπερδύναμη του νερού Μέσα σε ένα περιβάλλον περιφερειακής λειψυδρίας, το Ισραήλ έχει αναδειχθεί σε απροσδόκητη «υπερδύναμη νερού». Σύμφωνα με πρωην ισραηλινούς διπλωμάτες, η πρωτοπορία του Τελ Αβίβ σε τεχνολογίες ανακύκλωσης, διατήρησης και αφαλάτωσης του εξασφαλίζει στρατηγικό πλεονέκτημα σε μια περιοχή όπου οι φυσικοί υδάτινοι πόροι είναι περιορισμένοι. Όμως, πέρα από την τεχνολογία, το νερό αποτελεί και εργαλείο γεωπολιτικής επιρροής. Η συμφωνία ειρήνης του 1994 με την Ιορδανία, για παράδειγμα, προέβλεπε την παροχή 50 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων επεξεργασμένου νερού ετησίως, όγκο που το 2021 διπλασιάστηκε. Ωστόσο, ο πόλεμος στη Γάζα και η σύγκρουση με τη Χαμάς από το 2023 έφεραν ρήξη στις σχέσεις με το Αμμάν. Όταν η δεύτερη συμφωνία έληξε, το Τελ Αβίβ απέφυγε αρχικά να την ανανεώσει. Μόνο μετά την ιορδανική συνδρομή στην αναχαίτιση ιρανικών drones και πυραύλων –και υπό πίεση από τις ΗΠΑ– δόθηκε παράταση. Ιορδανία: Η πιο εύθραυστη εξίσωση Ελάχιστες χώρες είναι τόσο εκτεθειμένες στην υδρο-ηγεμονία τρίτων όσο η Ιορδανία. Κατατάσσεται στις ξηρότερες χώρες παγκοσμίως, με πληθυσμό που εκτοξεύτηκε από 3 εκατομμύρια τη δεκαετία του 1980 σε 11 εκατομμύρια σήμερα, λόγω υψηλών ρυθμών γεννήσεων και προσφυγικών ροών από Συρία, Ιράκ και Παλαιστίνη. Το κράτος, για λόγους κοινωνικής συνοχής, επιμένει σε γενναίες επιδοτήσεις νερού – πολιτική που πλέον θεωρείται οικονομικά και περιβαλλοντικά μη βιώσιμη. Η Εθνική Στρατηγική Νερού 2023–2040 και το φιλόδοξο έργο αφαλάτωσης και μεταφοράς νερού Άκαμπα–Αμμάν επιχειρούν να δώσουν λύσεις, αλλά το κόστος είναι τεράστιο και ο χρόνος υλοποίησης μακρύς. Μέχρι τότε, το Αμμάν θα παραμένει εξαρτημένο από χώρες που ελέγχουν τις ανάντη ροές των ποταμών Ιορδάνη και Γιαρμούκ – κυρίως το Ισραήλ και τη Συρία. Η Αίγυπτος και ο Νείλος που «στενεύει» Στην Αφρική, η μεγάλη υδρο-γεωπολιτική αντιπαράθεση εκτυλίσσεται στον Νείλο. Το Φράγμα της Αιθιοπικής Αναγέννησης (GERD), που εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο, αποτελεί τον μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό σταθμό της ηπείρου και υπόσχεται ενεργειακή ηγεμονία στην Αντίς Αμπέμπα. Για την Αίγυπτο, όμως, όπου το 93% της επικράτειας είναι έρημος και ο Νείλος η μοναδική πηγή γλυκού νερού, το έργο τροφοδοτεί υπαρξιακούς φόβους για μείωση ροών και γεωπολιτική πίεση. Το Ισραήλ, που διατηρεί ιστορική στρατηγική σχέση με την Αιθιοπία ήδη από τη δεκαετία του 1950 –στο πλαίσιο της «συμμαχίας περιφερειακών, μη αραβικών κρατών»– δεν εμπλέκεται άμεσα στην αντιπαράθεση. Όμως, όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές, η αποσταθεροποίηση της Αιγύπτου στο αφρικανικό της βάθος δεν είναι κάτι που το Τελ Αβίβ θα ήθελε να αποτρέψει, αφού απορροφά προσοχή και πόρους μακριά από την Ανατολική Μεσόγειο. Νερό, η επόμενη μεγάλη γραμμή ρήξης Καθώς η κλιματική κρίση εντείνεται, το νερό παύει να είναι μόνο περιβαλλοντικός δείκτης· γίνεται δείκτης αποτροπής, ασφάλειας, κοινωνικής συνοχής και διπλωματικής πίεσης. Η επόμενη δεκαετία θα κριθεί από το ποιος ελέγχει ροές, υποδομές, τεχνολογίες αφαλάτωσης, ανακύκλωσης και μεταφοράς. Για τις χώρες της Μέσης Ανατολής, το συμπέρασμα είναι σαφές: αν θέλουν να αποφύγουν νέους πολέμους, μεταναστευτικές εκρήξεις και κατάρρευση υποδομών, η διπλωματία του νερού –και όχι οι «μοναχικές» εθνικές λύσεις– πρέπει να βρεθεί στο κέντρο των στρατηγικών τους. Οι τεχνολογικές μεταφορές, οι συμφωνίες διαμοιρασμού και οι περιφερειακές εγγυήσεις σταθεροποίησης θα καθορίσουν ποιος θα αντέξει και ποιος θα «στεγνώσει» πρώτος.