Ισχυρισμός Τ/κ για 80 αποκεφαλισμένους Ε/κ το 1963 και πηγάδι-τάφο

Ο Γενικός Διευθυντής της εφημερίδας Yeni Bakış και επιχειρηματίας Yusuf Kısa, ανακοίνωσε προχθές 29 Δεκεμβρίου ότι «ήρθε η ώρα να εκπληρώσει μια βαριά προσωπική διαθήκη» που κουβαλούσε για χρόνια, προχωρώντας σε δημόσιες αποκαλύψεις για ένα αιματηρό περιστατικό της περιόδου των διακοινοτικών συγκρούσεων και της τουρκανταρσίας στην Κύπρο. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Yeni Bakis και αναδημοσιεύτηκαν σήμερα 30 Δεκεμβρίου από την Avrupa, ένα πρόσωπο που του είχε μεγάλη συναισθηματική και προσωπική αξία, γεννημένο το 1942 και απεβίωσε περίπου 10 χρόνια πριν, του είχε εκμυστηρευτεί ότι, κατά τα γεγονότα του 1963, υπήρξε σφαγή περίπου 80 Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι – όπως του μεταφέρθηκε – αποκεφαλίστηκαν και ρίχθηκαν σε πηγάδι σε κυπριακό χωριό. Το άτομο αυτό, που ο Kısa αποκαλεί «İhtiyar» (ο Γέροντας), φέρεται να του είπε πως τη σφαγή είχε διαπράξει ο ίδιος του ο θείος, ενώ ο ίδιος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας χωρίς να γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των θυμάτων. Ο Kısa ανέφερε ότι είχε προσπαθήσει να δημοσιοποιήσει το θέμα παλαιότερα, αλλά ο «Γέροντας» το είχε απορρίψει και τον είχε εμποδίσει. Όπως υποστήριξε, μετά τον θάνατο του πληροφοριοδότη, η εντολή που του δόθηκε ήταν ξεκάθαρη: «Είναι η διαθήκη μου. Όταν πεθάνω, γράψε τα όλα στην εφημερίδα και υπόδειξε τη θέση του πηγαδιού», μια εντολή που, όπως ισχυρίστηκε, τον βάραινε επί χρόνια «σαν μεγάλο ηθικό φορτίο». Σύμφωνα με τον Κisa, γνώρισε τον «İhtiyar» στο Λονδίνο, όπου είχε καταφύγει αμέσως μετά τη σφαγή, άνοιξε επιχειρήσεις και έζησε εκεί για δεκαετίες, προτού επιστρέψει στην Κύπρο μετά το 2003, όταν, όπως είπε, «ήρθαν ξανά κοντά και συναντιούνταν 2-3 φορές την εβδομάδα». Το θέμα, ανέφερε, του το αποκάλυψε σε δείπνο, όπου ο πληροφοριοδότης παραδέχθηκε ότι «έφυγε τρομοκρατημένος για το Λονδίνο από φόβο μετά το έγκλημα του θείου του». Κλείνοντας τις δηλώσεις του, ο Yusuf Kısa είπε ότι με τη σημερινή του τοποθέτηση επιδιώκει να εκπληρώσει την υπόσχεση, επαναφέροντας στο προσκήνιο μια ιστορία που – όπως υποστήριξε – «παρέμεινε θαμμένη στη σιωπή».